Γράφει η Μαρίτη Κούστα
Το βιολί, αποτελεί ένα φημισμένο μουσικό όργανο, το οποίο παίζεται με δοξάρι. Αυτό, όπως και η «οικογένειά» του, αποτελούν τα σημαντικότερα έγχορδα της μουσικής δωματίου και τα όργανα με τα οποία σπουδαίοι κλασικοί συνθέτες συνέθεσαν τα δημιουργήματά τους.
Τα πασίγνωστα βιολιά Στραντιβάριους, που όλοι έχουμε ακουστά είναι τα έγχορδα, που κατασκευάστηκαν από μέλη της οικογένειας των Ιταλών τεχνικών Στραντιβάρι (Sradivari) και ιδίως από τον Αντόνιο Στραντιβάρι κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Η λέξη Stradivarius (όπως αποκαλούνται τα βιολιά αυτά), αποτελεί συνώνυμο της ποιότητας, αφού ο κρυστάλλινος ήχος που παράγουν και η υπόστασή τους δεν έχουν ξεπεραστεί από τότε, ακόμη και με την χρήση της προηγμένης τεχνολογίας. Αρκετές μελέτες έχουν γίνει σχετικά με την κατασκευή του, την πυκνότητα του ξύλου, τον ειδικό σχεδιασμό του, την γεωμετρική του μορφή, την επίδρασή του στην παραγωγή του ήχου. Οι κατασκευαστές οργάνων αποσυναρμολόγησαν προσεκτικά τα βιολιά αυτά, μέτρησαν με ακρίβεια κάθε διάστασή τους και τα αναπαρήγαγαν με πιστότητα. Οι φυσικοί ανέλυσαν με τα όργανα των εργαστηρίων τους κάθε μορφή ταλάντωσης των καπακιών και της γέφυρας των χορδών. Οι χημικοί επίσης ανέλυσαν τα βερνίκια και τις κόλλες των φημισμένων βιολιών. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν μπορούσε να εντοπίσει το «κάτι» που έλειπε από τους «απογόνους».
Τότε ήταν που εμφανίστηκε από το παρασκήνιο, ένας βιοχημικός, ουγγρικής καταγωγής, ο Γιόζεφ Ναγκιβάρι. Γεννημένος το 1936, ο μικρός Joseph πήρε τα πρώτα του μαθήματα βιολιού το 1944 από έναν τσιγγάνο. Το βιολί του όμως κλάπηκε και έτσι συνέχισε τα μαθήματα κατά την διάρκεια των σπουδών του, ανακαλύπτοντας επίσης ότι το μουσικό όργανό του ήταν ένα “Strad” που ανήκε παλιά στον Αϊνστάιν. Έμενε επίσης δίπλα σε ένα κατασκευαστή βιολιών και έτσι άρχισε να παθιάζεται με το αντικείμενο, μέχρι που έφτασε να διαβάζει μανιωδώς βιβλία για την κατασκευή τους , να αγοράζει, να αποσυναρμολογεί και να επανασυναρμολογεί βιολιά ο ίδιος. Κάποια ημέρα τού έστειλαν ένα κομμάτι από κορμό σφενδάμου που βρισκόταν για χρόνια στον πάτο της λίμνης Superior. Αναλύοντας το φάσμα υπεριωδών ακτίνων του βρήκε ότι ήταν όμοιο με εκείνο του πίσω καπακιού του Stradivarius! Τι είχε συμβεί; Πολύ απλά, τα χρόνια που ζούσε ο Αντόνιο Στραντιβάρι το μονοπώλιο της ξυλείας είχε το ναυτικό της Βενετίας. Τα ξύλα αποθηκεύονταν στη λιμνοθάλασσα και, μόνο αφού έπαιρνε το ναυτικό ό,τι χρειαζόταν, μπορούσαν οι κατασκευαστές να αγοράσουν ξυλεία για τα εργαστήριά τους(η οποία ήταν βρεγμένη). Χρησιμοποιώντας φασματογράφο, ο Ναγκιβάρι εντόπισε στις ενώσεις των βιολιών ασυνήθιστα μεγάλες ποσότητες ποτάσας, σόδας, αλουμινίου, χαλκού, σιδήρου, ασβεστίου και μαγνησίου. Κατάλαβε ότι προέρχονταν – τα περισσότερα – από αντισηπτική κατεργασία του ξύλου, όπως την περιέγραφαν τα βιβλία των αλχημιστών. Ο Στραντιβάρι λοιπόν στέγνωνε τα ξύλα του για μια πενταετία, τα έκοβε και τα κατεργαζόταν σύμφωνα με τα σχέδιά του και, μετά έπρεπε να τα μονώσει από τη υγρασία του ιταλικού Βορρά, να τα προφυλάξει από το σαράκι και να τα βερνικώσει ώστε να γίνουν όμορφα και ανθεκτικά. Πώς μπορούσε να το καταφέρει; Ζήτησε τη βοήθεια του φαρμακοτρίφτη στο απέναντι μαγαζί. Το ίδιο έκανε και ο Ναγκιβάρι: πρώτα πήρε πηκτίνη από χυμούς φρούτων, για τη βάση του βερνικιού. Έπειτα πήρε το κοινό εντομοκτόνο της εποχής, τον βόρακα και στη συνέχεια χρειάστηκε έναν ρευστοποιητή, κάτι που θα οδηγούσε το βερνίκι σε κάθε πόρο του ξύλου. Πιθανότατα χρησιμοποίησε χολή βοδιού. Τέλος, χρειαζόταν μια λεπτή πούδρα κρυστάλλων, που θα έκανε το βερνίκι να στεγνώσει και η επιφάνεια να γίνει αστραφτερή και λεία, και γι’ αυτό χρησιμοποίησε θραύσματα χαλαζία, κεχριμπαριού, ψευδάργυρου, ρουμπινιού, ζαφειριού, γύψου και κοραλλιών. Αυτή ήταν η λεπτή πούδρα που χρησιμοποιούσε ο Stradivari και που έκανε τον ήχο του βιολιού του τόσο μαγικό και μελωδικό.

Έτσι λοιπόν, ο βιοχημικός αυτός ο Ναγκιβάρι, κατάφερε όπως λέγεται να ανακαλύψει το κρυμμένο μυστικό του Στραντιβάρι μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες της επιστήμης.
Πηγές: Βικιπαίδεια, Το ΒΗΜΑ